To άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ο ΚΟΣΜΟΣ εδώ στο Σύδνευ
Γράφει ο Γιώργος Αθανασιάδης
Δικηγόρος - Θεατρικός Συγγραφέας
Συντάκτης στην Ελληνική εφημερίδα του Σύδνεϋ
Ο ΚΟΣΜΟΣ
SYDNEY - AUSTRALIA
Tel: 0421969172
Τιτανομαχία... μύθος ή αλήθεια;
(Μέρος 3ο)
Σε συνέχεια λοιπόν, της αναφοράς μου για την Τιτανομαχία , οφείλω να παραθέσω τους στίχους εκείνους του ποιήματος του Ησιόδου, που αναφέρονται στην όλη κατάσταση που δημιουργήθηκε, όταν ο Ζεύς ο Κρονίδης (επωνύμιο του Διός, λόγω της ονόματος του πατέρα του του Κρόνου. Τρομερή ήταν η μάχη που έγινε, μόλις οι Τιτάνες απελευθερώθησαν μετά την επικράτηση των Ολυμπίων, της νέας εποχής και της νέας θρησκείας. Νοσταλγοί την εποχή εκείνη οι άνθρωποι των αρχικών αξιών και ενός απλουστευμένου αξιακού συστήματος αδυνατούν να αποδεχθούν πλήρως την νέα πνευματώδη και εξ ουρανού επιδρομή του νέου τρόπου ζωής. Επιπλέον το νέο ανθρώπινο είδος, homo sapiens τελικά να είχε ν αντιμετωπίσει υπολείμματα άλλων ανθρωποειδών; Ισως! Είναι ασαφής ο χρονικός προσδιορισμός που έλαβε χώρα η Τιτανομαχία, πάντως σε κάθε περίπτωση η Τιτανομαχία, θα πρέπει αν μη τι άλλο, να είναι απλά η αλλαγή της εποχής όπως προείπα. Αλλαγή θρησκείας, αξιών και επιπλέον κοσμογονικές αλλαγές στον πλανήτη, που από την περίοδο της αστάθειας περνάει στην περίοδο της αρμονίας. Ο πολιτισμός εξελίσσεται και στον Ελλαδικό χώρο τα παλαιότερα Ελληνικά Πελασγικά φύλά, έρχονται να αντικαταστήσουν τα πρώτα Ελληνικά προκλασσικά φύλα. Εμφανίζονται κυρίως οι Αχαιοί, Μηκυναίοι και Μινωϊτες στο προσκήνιο της ιστορίας, στην απώτερη αρχαιότητα. Η Πελασγική Τιτανοκρατία , η οποία μάλιστα για πρώτη φορά στην αρχαιότητα σηματοδοτεί και το πέρασμα στις κοινωνίες πατριαρχικού τύπου, τραντάζεται συθέμελα και αυτό αποδίδεται μέσα απο τους παρακάτω στίχους του Ησιόδου, σε μετάφραση στα Νεοελληνικά:
Λέει λοιπόν ο Ησίοδος για την Τιτανομαχία:
......... (στίχοι 617-686 - Μτφρ. Σταύρος Γκιργκένης. 2001.Ησίοδος. “Θεογονία”, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.© 2001 Εκδόσεις Ζήτρος)
617.Μα αυτούς (τους Τιτάνες) ο γιος του Κρόνου και οι αθάνατοι θεοί οι άλλοι,
που γέννησε η Ρέα η καλλίκομη από τον έρωτα του Κρόνου,
και πάλι τους ανέβασαν στο φως με συμβουλές της Γης.
Γιατί αυτή λεπτομερώς τους τα εξέθεσε όλα,
πως δηλαδή μ᾽ αυτούς τη νίκη και τη δόξα τη λαμπρή θα πάρουν.
Γιατί καιρό πολέμαγαν κι είχανε πόλεμο που θλίβει την ψυχή,
ενάντια μεταξύ τους σε μάχες κρατερές,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι απ᾽ τον Κρόνο γεννηθήκανε,
οι ένδοξοι Τιτάνες από την Όθρη την ψηλή,
κι από τον Όλυμπο οι θεοί, των αγαθών οι χορηγοί,
αυτοί που η Ρέα γέννησε σαν πλάγιασε με τον Κρόνο.
Κι εκείνοι πολέμαγαν μεταξύ τους συνεχώς για δέκα ολόκληρα χρόνια
κι είχανε μάχη που θλίβει την ψυχή.
Της φοβερής της έριδας λύση καμία και τέλος δεν υπήρχε
και για τις δυο πλευρές, και του πολέμου η έκβαση ήταν ισόρροπη.
Μα όταν πια σ᾽ εκείνους ο Δίας πρόσφερε όλα τα απαραίτητα,
640νέκταρ και αμβροσία, αυτά που και οι ίδιοι οι θεοί τα τρώνε,
και σ᾽ όλων τα στήθη η καρδιά δυνάμωσε η γενναία,
[σαν φάγανε νέκταρ και ποθητή αμβροσία,]
τότε τους είπε των θεών και των ανθρώπων ο πατέρας:
«Ακούστε με τέκνα λαμπρά της Γης και τ᾽ Ουρανού,
για να σας πω αυτά που μες στα στήθη μου η καρδιά προστάζει.
Γιατί είναι πια καιρός πολύς που ενάντια μεταξύ μας
την κάθε μέρα για τη νίκη και την εξουσία πολεμάμε,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι εμείς από τον Κρόνο γεννηθήκαμε.
Μα εσείς τη μεγάλη δύναμη και τ᾽ απλησίαστα τα χέρια σας
να δείξετε ενάντια στους Τιτάνες μες στην ολέθρια μάχη,
την προσηνή φιλία μας έχοντας στο νου και πόσα αφού υποφέρατε
ήρθατε ξανά στο φως απ᾽ τα ανήλεα δεσμά σας,
από το νεφελώδη ζόφο, με τη δική μας θέληση.»
Έτσι είπε. Κι αμέσως του απάντησε ο άψογος ο Κόττος:
«Θεϊκέ, πράγματα άγνωστα δε μας φανερώνεις. Κι εμείς
οι ίδιοι ξέρουμε ότι πολλή είναι η σοφία, πολύς και ο νους σου,
πως έγινες προστάτης στους αθάνατους από την παγερή τη συμφορά,
και πως με τη δική σου σύνεση από το νεφελώδη ζόφο
και πάλι πίσω ήρθαμε από τ᾽ αμείλικτα δεσμά μας,
βασιλιά, του Κρόνου γιε, καλό ανέλπιστο παθαίνοντας.
Γι᾽ αυτό και τώρα με νου ακλόνητο και πρόθυμη ψυχή
θα προασπίσουμε την εξουσία σου στο φοβερό αγώνα,
με τους Τιτάνες πολεμώντας στις κρατερές τις μάχες.»
Έτσι είπε. Κι επαίνεσαν οι θεοί, των αγαθών οι χορηγοί,
το λόγο σαν ακούσανε. Και η ψυχή τους ακόμη πιο πολύ από πριν
τον πόλεμο ποθούσε. Και μάχη αζήλευτη σηκώσανε όλοι,
αρσενικοί και θηλυκοί θεοί, τη μέρα εκείνη,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι απ᾽ τον Κρόνο γεννηθήκανε,
μα κι όσοι ο Δίας απ᾽ το έρεβος, κάτω απ᾽ τη γη, στο φως τούς έφερε,
δεινοί και κρατεροί, που δύναμη υπερβολική κατείχαν.
Από τους ώμους τους χέρια εκατό σαλεύανε,
σε όλους όμοια, και στον καθένα κεφαλές πενήντα
φυτρώνανε απ᾽ τους ώμους πάνω στα στιβαρά τους μέλη.
Και τότε αυτοί ενάντια στους Τιτάνες στάθηκαν μες στην ολέθρια μάχη
και βράχια απόκρημνα στα στιβαρά τα χέρια τους βαστούσαν.
Μα οι Τιτάνες πρόθυμα απ᾽ την άλλη τις φάλαγγές τους δυναμώνανε.
Κι οι δυο πλευρές φανέρωναν της δύναμης και των χεριών τους
κατορθώματα κι ο πόνος ο απέραντος ολόγυρα φοβερά αντηχούσε,
αντιβοούσε δυνατά η γη και στέναζε μαζί κι ο ουρανός ο ευρύς
καθώς σειόταν, κι απ᾽ τα θεμέλια τιναζότανε ο ψηλός ο Όλυμπος
απ᾽ την ορμή των αθανάτων, και των ποδιών η δόνηση ισχυρή
στο νεφελώδη Τάρταρο έφτανε και η βοή η οξεία
από την άφατη την καταδίωξη κι από τις δυνατές ριξιές.
Έτσι ο ένας στον άλλο έριχναν βλήματα που φέρνουν στεναγμούς.
Κι έφτανε και των δυο η φωνή στον έναστρο ουρανό
686.καθώς φωνάζανε. Και με μεγάλο αλαλαγμό συγκρούστηκαν....
Η περιγραφή και το τέλος της μάχης με τη σχετική ανάλυση στη συνέχεια της επόμενης εβδομάδας.. συνεχίζεται...