Γράφει η Βίκυ Τσιανίκα
Ψυχολόγος, Δημοσιογράφος
Θεατρολόγος
Εξελικτική Ψυχολογία -Η Ψυχολογία του αναπτυσσόμενου ανθρώπου
Η εξελικτική ψυχολογία είναι ο επιστημονικός κλάδος ο οποίος μελετά τις αλλαγές που υφίσταται ο ψυχικός κόσμος του ανθρώπου από την σύλληψη έως τον θάνατο του.Η ανάπτυξη του ατόμου παρουσιάζεται ως η δυναμική έκφραση της αλληλεπίδρασης ανάμεσα σε βιολογικές καταβολές, στην ατομική εμπειρία και σε κοινωνικούς παράγοντες.Οι ψυχοκοινωνικές αντιδράσεις αρχίζουν πολύ πριν την γέννηση του ατόμου και υπάρχει συνάφεια μεταξύ της προγεννητικής συμπεριφοράς και ανάπτυξης μετά την γέννηση.Κατά την ενδομήτρια περίοδο συμβαίνουν ποικίλες διαφοροποιήσεις και προσαρμογές στην συμπεριφορά του εμβρύου που αποτελούν ένα πρελούδιο της πλούσιας ανάπτυξης που θα ακολουθήσει.
Στην προηγούμενη μας «συνάντηση» είχαμε αναφερθεί στα 8 στάδια ανάπτυξης του Έρικσον «αγγίζοντας» τα τρία πρώτα στάδια.
Τώρα θα «μιλήσουμε» για τα επόμενα 3 στάδια της ανάπτυξης μας
.
Ποιος ήταν ο Έρικσον;
Ο Έρικ Έρικσον γεννήθηκε στην Γερμανία το 1902 από Δανούς γονείς. Θεωρείται σήμερα μία από της ηγετικές φυσιογνωμίες στον τομέα της ψυχανάλυσης και της ανάπτυξης του ανθρώπου. Η κλινική του πρακτική περιλαμβάνει την θεραπεία παιδιών, έχει μελετήσει την διαδικασία ανάπτυξης σε ποικίλες πολιτισμικές και κοινωνικές συνθήκες, δίδασκε ψυχανάλυση στο Harvard, είχε συμμετάσχει στις έρευνες της ψυχολογικής κλινικής του πανεπιστημίου και για περισσότερο από μια 10ετία ήταν ανώτατο στέλεχος του κέντρου Austen Figgs.
* Ο Erikson υποστηρίζει ότι η προσωπικότητα δεν διαμορφώνεται τελεσίδικα κατά την παιδική ηλικία και δεν σταματά να εξελίσσεται και να διαφοροποιείται με το τέλος της εφηβείας.Η διαφοροποίηση και η διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου συνεχίζονται σε όλη του την ζωή.Ο άνθρωπος είναι ένα όν ενεργητικό και εφευρετικό το οποίο δραστηριοποιείται σε όλη του την ζωή προβάλλοντας σε κάθε φάση της και διαφορετικούς στόχους και ανάγκες που πρέπει να ικανοποιήσει.
Για παράδειγμα, στην βρεφική ηλικία που το άτομο είναι κάτω από την πλήρη εξάρτηση των γονέων πρωταρχικός στόχος είναι η ικανοποίηση των αναγκών για επιβίωση. Στην νηπιακή ηλικία που το άτομο αποκτά την ικανότητα για συντονισμένη σωματική κίνηση και διανοητική λειτουργία, πρωταρχική ανάγκη είναι η ελευθερία για άσκηση ελέγχου από το ίδιο το παιδί πάνω στον εαυτό του και στο περιβάλλον του.
Αν κατά την βρεφική ηλικία το παιδί νιώθει ότι οι γύρω του είναι πρόθυμοι να ικανοποιήσουν αμέσως τις ανάγκες του για βιολογική επιβίωση, θα αναπτύξει το συναίσθημα της βασικής εμπιστοσύνης. Αντίθετα αν το παιδί νιώθει ότι οι γονείς του το παραμελούν θα αναπτύξει το συναίσθημα της δυσπιστίας. Αν κατά την νηπιακή ηλικία οι γονείς αναγνωρίζουν την ανάγκη του παιδιού να ενεργεί με τον δικό του τρόπο και με τον δικό του ρυθμό το παιδί θα αποκτήσει αυτονομία. Αντίθετα αν οι γονείς δείχνουν υπερπροστατευτική διάθεση και δεν αφήνουν το παιδί να αυτενεργεί το παιδί θα αναπτύξει το συναίσθημα της ντροπής και της αμφιβολίας.
Σε κάθε περίοδο της ζωής του το άτομο, αντιμετωπίζει μια Αναπτυξιακή κρίση της οποίας η επίλυση κρίνεται κάθε φορά από το είδος της αλληλεπίδρασης του Εγώ με τον κοινωνικό περίγυρο. Στα πλαίσια των 8 βασικών αναπτυξιακών κρίσεων του ΕΓΩ που σύμφωνα με τον Erikson καλύπτουν όλη την πορεία της ζωής από την γέννηση έως την γεροντική ηλικία, το άτομο διαμορφώνει νέες αντιλήψεις για τον εαυτό του και για τον κοινωνικό του περίγυρο.
Κάθε στάδιο ορίζεται με δύο διαμετρικά αντίθετα στοιχεία, ένα θετικό ένα αρνητικό. Τα δύο αυτά αντίθετα στοιχεία ορίζουν τους δύο εναλλακτικούς πόλους που θα απολήξει η ψυχοκοινωνική αλληλεπίδραση σε κάθε στα επόμενα στάδια.
4. Εργατικότητα ενάντια στην κατωτερότητα.
Η περίοδος αυτή καλύπτει την πρώτη σχολική ηλικία από το 6 έτος έως το 11 έτος τότε που το παιδί πρέπει να αποκτήσει τις σχολικές γνώσεις και δεξιότητες και να μάθει να συνεργάζεται με τους συνομηλίκους του.
Αν το περιβάλλον και η οικογένεια του παιδιού καθώς και το σχολείο ενθαρρύνει το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό του να γνωρίσει τον κόσμο γύρο του, το παιδί θα αναπτύξει το συναίσθημα της εργατικότητας και της φιλοπονίας.
Αν το περιβάλλον θεωρήσει τις προσπάθειες αυτές του παιδιού ως αταξίες η ακαταστασίες το παιδί θα δημιουργήσει το συναίσθημα της κατωτερότητας.
Αυτό το στάδιο διαφέρει από τα προηγούμενα γιατί δεν αποτελεί ταλάντευση από κάποια εσωτερική αναταραχή σε μια κυριαρχία. Ο Freud το αποκαλεί λανθάνον στάδιο γιατί οι βίαιες ενορμίσεις είναι ομαλά ναρκωμένες. Δεν είναι όμως παρά η νηνεμία πριν την καταιγίδα της εφηβείας.
Το παιδί φαίνεται να είναι έτοιμο για την είσοδο του στην ζωή και πρώτα η ζωή είναι σχολική άσχετα αν το σχολείο είναι χωράφι, ζούγκλα ή αγρός. Το παιδί τώρα μαθαίνει να κατακτά την αναγνώριση με την παραγωγή πραγμάτων. Έχει κυριαρχήσει σε κινησιακό επίπεδο και στα όργανα τρόπους. Γνωρίζει πλέον ότι μέσα στην οικογένεια δεν υπάρχει μέλλον και ετοιμάζεται να ασχοληθεί με εργασίες και καθήκοντα που δεν είναι μόνο παιχνίδι. Αναπτύσσει μια αίσθηση εργατικότητας ξεπερνώντας τις ιδιοτροπίες και τις επιθυμίες του παιχνιδιού.
Η βασική αρχή της εργασίας του μαθαίνει την ευχαρίστηση της ολοκλήρωσης της.
Μαθαίνει να είναι επιμελής και προσεχτικός σαν άτομο. Το σχολείο είναι ένας ξεχωριστός πολιτισμός με τους δικούς του σκοπούς και όρια μα τα δικά του επιτεύγματα και απογοητεύσεις.
Ο κίνδυνος σε αυτό το στάδιο για το παιδί είναι η αίσθηση ανεπάρκειας και κατωτερότητας αν απογοητευθεί από τις ικανότητές του, και το αίσθημα κατωτερότητες από την τυχόν διαφορετική κοινωνική του τάξη. Η ανάπτυξη πολλών παιδιών διαταράσσεται όταν η οικογενειακή ζωή δεν έχει κατορθώσει να τα προετοιμάσει για την σχολική ζωή η όταν η σχολική ζωή δεν κατορθώνει να εκπληρώσει την υπόσχεση των προηγούμενων σταδίων.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος κίνδυνος για το παιδί αν αποδεχθεί την εργασία σαν την μοναδική του υποχρέωση και σαν μοναδικό κριτήριο τής αξίας του και έτσι να γίνει σκλάβος αλλά και οι άλλοι να τον εκμεταλλεύονται.
5. Η ταυτότητα ενάντια στην σύγχυση των ρόλων.
Η περίοδος αυτή καλύπτει την εφηβεία από το 12 έτος έως το 20 έτος. Είναι το τέλος της παιδικής ηλικίας και η αρχή της νεότητας. αν ο έφηβος κατορθώσει να συνενώσει σε ένα ενιαίο όλο όλες τις προηγούμενες εμπειρίες του και να δώσει την προοπτική της συνέχειας από το παρελθόν στην προετοιμασία για το μέλλον θα αποκτήσει μια ικανή ταυτότητα, μια εικόνα του ποιος είναι από που προήλθε και που βαδίζει.
Αν όμως ο έφηβος λόγω κακών συγκυριών κατά τα προηγούμενα στάδια δεν καταφέρει να διαμορφώσει μια σαφή εικόνα του Εγώ του, καταλαμβάνεται από σύγχυση ρόλων και κρίση της ταυτότητας του, δυσκολεύοντας την επιλογή τους και όσο αφορά την επαγγελματική τους καριέρα.
Αναζητώντας μια νέα αίσθηση συνέχειας οι έφηβοι είναι αναγκασμένοι να ξαναδώσουν πολλές από τις μάχες των προηγουμένων χρόνων. Η αυξημένη εμπειρία της ικανότητας του Εγώ ολοκληρώνει τις περιπέτειες της λίμπιντο.
Η εφηβική σκέψη είναι ένα ψυχοκοινωνικό στάδιο ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ηθική που έχει μάθει ως παιδί και την ενηλικίωση και τους ηθικούς κανόνες που θα αναπτύξει ως ενήλικα.
Οι νέοι που απολαμβάνουν την ταχύτατη σωματική τους ανάπτυξη, που συμβαίνει σε αυτήν την ηλικία και αυτό το στάδιο ανάπτυξης τους έχοντας μπροστά τους πραγματικά καθήκοντα ενηλίκων, ενδιαφέρονται τώρα περισσότερο για το πως φαίνονται στα μάτια των άλλων σε σύγκριση με αυτό που οι ίδιοι αισθάνονται ότι είναι και επίσης για το πως θα συνδέσουν τους ρόλους και τις δεξιότητες που καλλιεργήθηκαν προηγουμένως με τα τρέχοντα επαγγελματικά πρότυπα.
Ο κίνδυνος αυτού του σταδίου είναι η σύγχυση των ρόλων και η δυσκολία να κατασταλάξουν σε κάποια επαγγελματική ταυτότητα. για να διατηρήσουν την συνοχή τους προσωρινά υπερ-ταυτίζονται με τους ήρωες των συμμοριών και των μαζών.
Οι έφηβοι βοηθάνε ο ένας τον άλλο δημιουργώντας κλίκες.
Η ιδεολογική άποψη της κοινωνίας έχει την μεγαλύτερη επιρροή στον έφηβο που είναι πρόθυμος να εγκριθεί από του ίσους και είναι έτοιμος να επιβεβαιωθεί από τελετουργίες, δόγματα και προγράμματα που ορίζουν τι είναι κακό μυστηριώδες και εχθρικό.
Αναζητώντας τις κοινωνικές αξίες που καθοδηγούν την ταυτότητα αντιμετωπίζει κανείς τα προβλήματα της ιδεολογίας και της αριστοκρατίας και τα δύο με την ευρύτερη τους έννοια.
6. Η οικειότητα ενάντια στην απομόνωση.
Η περίοδος αυτή καλύπτει την νεανική ηλικία όπου το άτομο επιδίδεται σε παραγωγική εργασία και δημιουργεί την δική του οικογένεια.
Αν το άτομο μπορεί να δίνει και να παίρνει αγάπη και στοργή από τους άλλους και να δείχνει ενδιαφέρον και αφοσίωση στο ταίρι του χωρίς να φοβάται ότι θα υποστεί αυτοκατάλυση του δικού του Εγώ, αναπτύσσει το συναίσθημα της οικειότητας.
Αν το άτομο δεν μπορεί να προσφέρει αγάπη και στοργή στους άλλους αναπτύσσει το συναίσθημα της απομόνωσης, ότι δηλαδή είναι μόνος του χωρίς κάποιον άλλον με τον οποίον μπορεί να μοιραστεί χαρές και λύπες και να αναπτύξει αμοιβαίο ενδιαφέρον και φροντίδα.
Ο νεαρός ενήλικας είναι πλέον έτοιμος να συγχωνεύσει την ταυτότητα του με την ταυτότητα των άλλων.
Ο νεαρός ενήλικας είναι έτοιμος για την οικειότητα, δηλαδή για την ικανότητα να δεσμεύεται σε σχέση και να μένει πιστός ακόμη κι αν απαιτούνται θυσίες και συμβιβασμοί, καταστάσεις που απαιτούν αυταπάρνηση. Η αποφυγή της οικειότητας από φόβο απώλειας του Εγώ, μπορεί να οδηγήσει σε βαθειά αίσθηση απομόνωσης και απορρόφησης. Το αντίθετο της οικειότητας είναι η απομόνωση, να μείνει δηλαδή το άτομο μακριά από ανθρώπους που απειλούν το χώρο του. Ο κίνδυνος αυτού του σταδίου είναι ότι οι στενές ανταγωνιστικές και συγκρουόμενες σχέσεις βιώνονται με αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους και ενάντια τους. Σύμφωνα με τον Erikson, o Freud έδωσε την λακωνική απάντηση όταν ρωτήθηκε τι έπρεπε να κάνει ένας κανονικός άνθρωπος απαντώντας «να αγαπάει και να εργάζεται». Λέγοντας «αγάπη», εννοούσε την γεννητική αγάπη, και έλεγε «εργασία» και εννοούσε μια γενική παραγωγικότητα της εργασίας που δεν θα απασχολούσε τόσο το άτομο ώστε να χάσει το δικαίωμα να αγαπά.
Πιστεύουν και οι δύο ότι οι ικανοποιητικές σεξουαλικές σχέσης είναι αμοιβαία ρύθμιση δύο όντων και αφαιρεί την οξύτητα από την εχθρότητα και την οργή που προκαλείται από την αντίθεση του αρσενικού και του θηλυκού της πραγματικότητας και της φαντασίας, της αγάπης και του μίσους. Ο Erikson θεωρεί ουτοπία την γεννητικότητα η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει την αμοιβαιότητα οργασμού με έναν αγαπημένο σύντροφο του άλλου φύλου, που να του έχει εμπιστοσύνη, με τον οποίο να μπορεί να ρυθμίσει τον κύκλο της εργασίας, να τεκνοποιήσει, να διασκεδάσει, έτσι ώστε να εξασφαλίσει και στον απόγονο όλα τα στάδια μιας ικανοποιητικής ανάπτυξης.
Ο κίνδυνος αυτού του σταδίου είναι η απομόνωση και η αποφυγή της οικειότητας. Στην ψυχοπαθολογία αυτή η διαταραχή μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά χαρακτηρολογικά προβλήματα.
0 σχόλια:
Post a Comment