Wednesday, June 4, 2014

Τι είναι η μέμψη άστοργης δωρεάς;



Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο φύλλο της εφημερίδας ΚΟΣΜΟΣ του Σύδνεϋ σήμερα 4 Ιουνίου 2014
Γράφει ο 
Γιώργος Αθανασιάδης
Δικηγόρος
0421 969 172


Πως αντιμετωπίζουμε μια αδικία στην διανομή μιας κληρονομιάς;


Ενα ακόμη απο τα θέματα που απασχολούν συνήθως τα δικηγορικά γραφεία, είναι οι συχνές ερωτήσεις των πελατών, όπως πάντα, που αφορούν κληρονομικά θέματα. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις παροικίες του εξωτερικού, οι Ελληνες έχουν πάντα τέτοιου είδους εκρεμμότητες. Συμβαίνει συχνά να υπάρχουν πολλοί κληρονόμοι (παιδιά) κάποιου θανόντος και να θεωρούν κάποια απο αυτά, μετά το θάνατο των γονέων τους, ότι αδικούνται απο τον τρόπο που διατέθηκε ή μοιράστηκε η κληρονομιά. Αυτό πολλές φορές γίνεται διότι κάποιος απο τους κληρονόμους έχει ευεργετηθεί ενώ ήταν εν ζωή ακόμη ο κληρονομούμενος. Αυτό το ευεργέτημα μπορεί να είναι απο κάποια δωρεά ακινήτου ή χρημάτων πρός έναν των μελλοντικών κληρονόμων ή μια γονική παροχή. Μετά το θάνατο του κληρονομουμένου όταν γίνεται εκτίμηση της αξίας της κληρονομίας και των μεριδίων τα οποία λαμβάνει ο κάθε ένας απο τους κληρονόμους σε σχέση με την νόμιμη του μοίρα, μπορεί να προκύψει διαφορά σε βάρος κάποιων απο τους κληρονόμους και υπέρ κάποιου άλλου απο αυτούς ή τρίτου προσώπου, που είχε ο κληρονομούμενος ευεργετήσει όταν ήταν στην ζωή. Στην περίπτωση αυτή ισχύουν τα της νόμιμης μοίρας, όπως τα είχαμε πεί σε προηγούμενο τεύχος του περιοδικού.

Εκείνο που μπορούν να κάνουν όσοι αισθάνονται και πράγματι αδικούνται απο την συμπεριφορά αυτή του κληρονομουμένου όταν ήταν στην ζωή, είναι να κάνουν χρήση του δικαιώματος τους για μέμψη αστόργου δωρεάς, δηλαδή να στραφούν κατά του συνόλου της περιουσίας και εκείνου που έχει πριμοδοτηθεί με περισσότερα περιουσιακά στοιχεία, με βάση τις διατάξεις και κατά τον τρόπο υπολογισμού της νόμιμης μοίρας. 

Για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας μεριδούχου, η οποία είναι το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας, λαμβάνεται ως βάση η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου, δηλαδή όλα τα υπάρχοντα κατά το χρόνο αυτό στην κληρονομία περιουσιακά στοιχεία, από την οποία αφαιρούνται τα χρέη της κληρονομίας, οι δαπάνες κηδείας του κληρονομούμενου και οι δαπάνες απογραφής της κληρονομίας. Στην συνέχεια προστίθενται και θεωρούνται ότι υπάρχουν στην κληρονομία κατά την αξία του χρόνου της πραγματοποίησής τους, οι, αναφερόμενες στα άρθρα 1831 παρ. 2 και 1833 ΑΚ, παροχές εν ζωή του κληρονομούμενου προς τους μεριδούχους, ή και τρίτους (δωρεές εντός της τελευταίας δεκαετίας προ του θανάτου αυτού).

Με τον τρόπο αυτό προσδιορίζεται η πραγματική κληρονομία, επί της οποίας ο μεριδούχος λαμβάνει το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας. Κατά το ποσοστό αυτό συντρέχει ως κληρονόμος.

Οταν η νόμιμη μοίρα μεριδούχου προσβάλλεται, όχι με διαθήκη, αλλά με χαριστικές εν ζωή πράξεις του κληρονομουμένου, οι οποίες δυνατόν να οδηγηθούν σε ανατροπή, συνάγεται ότι προϋποθέσεις της μέμψης άστοργης δωρεάς είναι:

Πρώτη προϋπόθεση της μέμψης άστοργης δωρεάς είναι να πρόκειται για χαριστική πράξη υπό την έννοια της 1831 ΑΚ και περιλαμβάνονται άρα στις δυνάμενες να ανατραπούν πράξεις, τόσο δωρεές προς μεριδούχους, ανεξάρτητα από το χρόνο που επιχειρήθηκαν και ανεξάρτητα από το αν έγιναν ή όχι από λόγους ευπρέπειας, ή από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, όσο και δωρεές προς τρίτους, εφ όσον όμως αυτές έγιναν στην τελευταία δεκαετία πριν από το θάνατο του κληρονομουμένου και δεν τις επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας, ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, με τη διευκρίνιση της 1838 ΑΚ ότι η ανατροπή των δωρεών προς μεριδούχους χωρεί μόνο για ότι ο μεριδούχος-δωρεοδόχος έλαβε επιπλέον της νόμιμης μοίρας που του αναλογεί.

Δεύτερη προϋπόθεση της μέμψης άστοργης δωρεάς είναι να μην επαρκεί η πραγματική κληρονομία να καλύψει τη νόμιμη μοίρα.

Τι ακριβώς συμβαίνει όταν κάποιος αδικημένος ως ενάγων στρέφεται κατά συνκληρονόμου του (εναγομένου);

Με τη μέμψη άστοργης δωρεάς ο ενάγων ζητεί την ανατροπή της δωρεάς στο μέτρο που θίγει τη νόμιμη μοίρα του (διαπλαστικό αίτημα) και την καταδίκη του εναγομένου να ικανοποιήσει από τη δωρεά το μεριδούχο, δηλαδή να του καταβάλει τόσο μέρος από τη δωρεά (ή την αξία της) όσο χρειάζεται για τη συμπλήρωση της νόμιμης μοίρας (καταψηφιστικό αίτημα).

Τα αποτελέσματα της μέμψης είναι διαπλαστικά και μόνο ενοχικά. Επομένως η ανατροπή κατ' άρθρο 1836 ΑΚ δεν σημαίνει ακύρωση της δωρεάς. Τα αποτελέσματά της παραμένουν σε ισχύ, το ίδιο και τα εμπράγματα αποτελέσματα της τυχόν μεταβιβαστικής προς τον δωρεοδόχο σύμβασης. Η ανατροπή σημαίνει δημιουργία, διάπλαση νέας ενοχικής σχέσης, συνισταμένης της διάπλασης στη γέννηση ενοχικής υποχρέωσης του δωρεοδόχου να ικανοποιήσει το μεριδούχο και αντίστοιχης απαίτησης του τελευταίου να ζητήσει την ικανοποίηση αυτή.

Τελική κατάληξη μιας τέτοιας διαδικασίας είναι:

Η ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου (δηλαδή εκείνου που έχει ευεργετηθεί περισσότερο απο τους άλλους) έχει ως αντικείμενο την απόδοση στο μεριδούχο τόσου μέρους του δωρηθέντος, ώστε να συμπληρωθεί η νόμιμη μοίρα του. Η απόδοση μπορεί να είναι αυτούσια, π.χ. μεταβίβαση κατά κυριότητα και νομή του ίδιου του δωρηθέντος πράγματος.



0 σχόλια:

 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...